- μπουχαλιώτικα
- τασυνθηματική γλώσσα τών Αλβανών εμπειρικών γιατρών που κατάγονται από την κωμόπολη τής Β. Ηπείρου Μπούχαλη, δυτικά τής Πίνδου.[ΕΤΥΜΟΛ. < Μπούχαλη, ονομ. κωμοπόλης τής Β. Ηπείρου + κατάλ. ιώτικα (πρβλ. θρακ-ιώτικα, νησ-ιώτικα)].
Dictionary of Greek. 2013.